Το κεφαλονίτικο χιούμορ: μια τέχνη επιβίωσης

    Από Χαρά Μοσχοπούλου
    6 λεπτά ανάγνωσης
    Το κεφαλονίτικο χιούμορ: μια τέχνη επιβίωσης

    Στην Κεφαλονιά δεν υπάρχει κουβέντα χωρίς πείραγμα. Ό,τι κι αν γίνει, κάποιος θα σχολιάσει, κάποιος θα βγάλει ατάκα, κάποιος θα κάνει τους άλλους να γελάσουν – όχι για να κοροϊδέψει, αλλά για να ξορκίσει το κακό. Έτσι είναι φτιαγμένο το νησί· με ανθρώπους που έμαθαν να αντέχουν με χιούμορ. Δεν το κάνουν για εντύπωση. Το κάνουν γιατί αλλιώς δεν βγαίνει. Το κεφαλονίτικο χιούμορ δεν είναι φάρσα ούτε ειρωνεία· είναι μια μορφή ψυχραιμίας. Είναι ο τρόπος να περνάς και τις στραβές και τις καλές μέρες χωρίς να χάνεις το μυαλό σου.

    Από μικρός, ο Κεφαλονίτης μαθαίνει πως το να έχεις πνεύμα δεν είναι απλώς χάρισμα· είναι τρόπος να στέκεσαι στη ζωή. Το αστείο δεν είναι διαφυγή, είναι καθαρό μυαλό. Όταν μπορείς να γελάς με τα δύσκολα, τα έχεις ήδη κατακτήσει. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι εδώ δεν θυμώνουν εύκολα – ή, για να το πούμε σωστότερα, θυμώνουν έξυπνα. Θα πουν την κουβέντα τους, θα πετάξουν το σχόλιο που πρέπει, και μέσα σε μια φράση θα έχουν πει ό,τι άλλοι θα χρειάζονταν παράγραφο. Αυτό είναι το κεφαλονίτικο χιούμορ: ευφυΐα συμπυκνωμένη, λογική χωρίς σοβαροφάνεια, συναίσθημα χωρίς μελοδραματισμό.

    Η ζωή στο νησί ποτέ δεν ήταν απλή. Κι όμως, μέσα στις αντιξοότητες, οι άνθρωποι κράτησαν αυτό το χάρισμα του γέλιου. Το να ξέρεις να γελάς σημαίνει ότι έχεις αντέξει. Η Κεφαλονιά έζησε σεισμούς, καταστροφές, μετανάστευση, πολιτικές ανατροπές. Κι όμως, κάθε φορά έβρισκε τον τρόπο να ξανασταθεί με χιούμορ και αξιοπρέπεια. Ο Κεφαλονίτης δεν θα σε λυπηθεί, θα σε πειράξει. Δεν θα παραπονεθεί, θα κάνει ένα σχόλιο που τα λέει όλα. Μέσα σε αυτή τη φαινομενική ελαφρότητα κρύβεται μια μεγάλη σοβαρότητα: η βαθιά πίστη ότι η ζωή συνεχίζεται, πως τίποτα δεν τελειώνει με ένα πρόβλημα, και πως ο καλύτερος τρόπος να το ξεπεράσεις είναι να το πεις με τρόπο που σε κάνει να χαμογελάς.

    Το χιούμορ στο νησί δεν είναι επιτήδευση· είναι κοινωνικός τρόπος. Κάθε παρέα έχει τον δικό της “σχολιαστή”, αυτόν που βρίσκει πάντα το σωστό αστείο τη σωστή στιγμή. Όμως δεν είναι “χαβαλές”. Είναι ο τρόπος που επικοινωνούμε. Ο Κεφαλονίτης δεν θα σου δείξει ανοιχτά τη συμπάθεια ή τη λύπη του· θα στη δείξει μέσα από μια ατάκα. Αν σε πειράζει, σε υπολογίζει. Αν σε αφήνει στην ησυχία σου, κάτι δεν πάει καλά. Το πείραγμα είναι αναγνώριση, όχι κοροϊδία. Είναι η μορφή της δικής μας ευγένειας – ζωντανής, ειλικρινούς, ανθρώπινης.

    Η σάτιρα, όπως εκφράζεται στις Απόκριες του Ληξουριού, είναι το αποκορύφωμα αυτής της κουλτούρας. Καμία εξουσία δεν μένει στο απυρόβλητο, κανένα πρόσωπο δεν είναι υπεράνω. Ο δήμαρχος, ο παπάς, ο δημοσιογράφος, όλοι θα γίνουν αφορμή για αστείο – και κανείς δεν παρεξηγείται. Γιατί όλοι ξέρουν ότι το γέλιο εδώ δεν χωρίζει, ενώνει. Όποιος δεν αντέχει τη σάτιρα, μάλλον δεν αντέχει και τον εαυτό του. Κι αυτό, στην Κεφαλονιά, θεωρείται πρόβλημα χαρακτήρα.

    Αυτό το πνεύμα υπάρχει και στις καθημερινές κουβέντες. Από τον φούρνο μέχρι το καφενείο, από την πλατεία μέχρι το σχόλιο στα social, ο λόγος είναι πάντα κοφτερός και έξυπνος. Μπορεί να μιλάμε για τα πιο σοβαρά θέματα, κι όμως η ατάκα θα βγει πάντα, γιατί έτσι κρατάμε τον ρυθμό της ζωής. Δεν είναι ελαφρότητα, είναι ψυχραιμία. Το να μπορείς να χαμογελάς όταν οι άλλοι φωνάζουν, δείχνει χαρακτήρα. Το κεφαλονίτικο χιούμορ είναι ακριβώς αυτό: μια συλλογική ψυχραιμία που δεν φωνάζει, αλλά καταλαβαίνει. Ένα “εντάξει μωρέ” που κρύβει μέσα του ολόκληρη στάση ζωής.

    Όσοι έφυγαν από το νησί, το κουβαλούν μαζί τους. Οι παρέες των Κεφαλονιτών στο εξωτερικό μιλούν την ίδια “γλώσσα”: γρήγορες κουβέντες, ειρωνικά χαμόγελα, έξυπνες ατάκες. Όταν νοσταλγούν, το δείχνουν πάλι με χιούμορ. “Καλά ήμασταν, μόνο που δεν είχαμε ίντερνετ”, θα πουν, κι εκεί μέσα υπάρχει και τρυφερότητα και περηφάνια. Το κεφαλονίτικο χιούμορ είναι τρόπος να κρατάς την ταυτότητά σου ακόμη κι όταν είσαι μακριά. Είναι γέφυρα που δεν σπάει.

    Αυτό το πείραγμα υπάρχει και μέσα στο ίδιο το νησί. Αν βρεθείς στο Αργοστόλι και πεις πως είσαι από το Ληξούρι, θα σου πουν χαμογελώντας «ε, δεν είσαι Κεφαλονίτης, είσαι Ληξουριώτης». Και αν πας στο Ληξούρι και πεις πως έρχεσαι από το Αργοστόλι, θα ακούσεις το κλασικό «καλώς τα παιδιά απ’ την άλλη μεριά». Κανείς δεν το εννοεί στ’ αλήθεια· είναι πείραγμα που κρατάει δεκαετίες, ένας τρόπος να θυμίζει ο ένας στον άλλον πως, όσο κι αν χωρίζει το κανάλι, στο βάθος είμαστε ίδιοι.

    Το πιο ενδιαφέρον είναι πως το χιούμορ αυτό δεν έχει ηλικία. Το έχουν οι παλιοί, με τον τρόπο τους, το έχουν κι οι νέοι, απλώς σε άλλο ρυθμό. Ο Κεφαλονίτης δεν θα γίνει ποτέ “σοβαρός” με τη βαρετή έννοια. Θα είναι πάντα αυτός που βλέπει λίγο παραπέρα από το προφανές, που βρίσκει την ατάκα εκεί που οι άλλοι δεν βλέπουν τίποτα. Κι αυτό δεν είναι μικρό πράγμα – είναι μορφή ευφυΐας. Να μπορείς να παίρνεις στα σοβαρά τα σωστά πράγματα και να αφήνεις τα υπόλοιπα να περάσουν με ένα χαμόγελο.

    Το κεφαλονίτικο χιούμορ είναι και δείγμα ελευθερίας. Δεν σέβεται υπερβολικά την εξουσία, δεν τρομάζει με την επισημότητα, δεν φοβάται να γελάσει με ό,τι δεν καταλαβαίνει. Αυτό το πνεύμα είναι που έχει κρατήσει το νησί ζωντανό. Εδώ δεν συνηθίζεται η υποκρισία· αν κάτι είναι αστείο, θα ειπωθεί. Αν κάτι είναι παράλογο, θα σχολιαστεί. Και αυτό το συνεχές “σχόλιο” είναι που κρατά την κοινωνία ξύπνια. Είναι μια άτυπη μορφή δημοκρατίας – του δρόμου, του καφενείου, της πλατείας.

    Στο τέλος, το κεφαλονίτικο χιούμορ δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι αυτό που μας κρατά ανθρώπινους, που μας βοηθά να μη χαθούμε μέσα στη σοβαροφάνεια και την έπαρση της εποχής. Είναι μια μορφή εξυπνάδας που δεν έχει ανάγκη να επιδειχθεί. Και μια μορφή καλοσύνης που εκφράζεται με γέλιο. Όταν λέμε “έλα μωρέ, μη σκας”, δεν εννοούμε ότι δεν μας νοιάζει· εννοούμε “είμαστε εδώ, θα το περάσουμε κι αυτό”. Είναι η πιο απλή και ταυτόχρονα πιο γενναία φράση του τόπου.

    Αυτό το πνεύμα είναι που κάνει την Κεφαλονιά να ξεχωρίζει. Δεν είναι μόνο οι παραλίες, τα τοπία ή οι καντάδες· είναι αυτός ο τρόπος του ανθρώπου να αντιμετωπίζει τα πάντα με καθαρό μυαλό και λίγο χαμόγελο. Κι αν το σκεφτείς, είναι ίσως το πιο αξιόπιστο σημάδι πολιτισμού: να μπορείς να γελάς, να μην προσβάλλεις, να ξέρεις πότε να μιλήσεις και πότε να σωπάσεις, και στο τέλος να φεύγεις με την αίσθηση πως τίποτα δεν είναι τόσο τραγικό όσο φάνηκε στην αρχή.

    Το κεφαλονίτικο χιούμορ δεν είναι φάρσα, δεν είναι ειρωνεία, δεν είναι αποφυγή. Είναι γνώση. Είναι εμπειρία ζωής που πέρασε από γενιά σε γενιά και έγινε τρόπος να βλέπουμε τον κόσμο. Κι αν κάτι αξίζει πραγματικά να κρατήσουμε απ’ αυτό τον τόπο, είναι αυτή η ψυχραιμία που κρύβεται μέσα στο γέλιο του. Γιατί εδώ, το να έχεις χιούμορ δεν σημαίνει ότι δεν βλέπεις τη δυσκολία· σημαίνει ότι την έχεις ήδη καταλάβει, και την έχεις ήδη ξεπεράσει.